Από οποιαδήποτε οπτική κι αν εξετάσει κάποιος τις τοποθετήσεις του υπουργού Δικαιοσύνης και του πρωθυπουργού για το φλέγον και επίκαιρο ζήτημα των γερμανικών πολεμικών επανορθώσεων και της αποπληρωμής του αναγκαστικού δανείου θα τις βρει ορθές.
Πρώτον και κυριότερο: Οι ελληνικές αξιώσεις είναι δίκαιες, τεκμηριωμένες και απαράγραπτες. Τα εγκλήματα πολέμου και οι υποχρεώσεις που απορρέουν εξ αυτών δεν «ξεθωριάζουν» με την πάροδο δεκαετιών ή ακόμα και αιώνων. Η χώρα μας δεν απαιτεί τίποτε λιγότερο από εκείνο που της ανήκει.
Δεύτερον: Η Γερμανία έχει στηρίξει μέγα μέρος της οικονομικής ζωής της στην αποδοχή προϊόντων των εγκλημάτων του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Οσα έκλεψε από εμάς και όσα κατέστρεψε για να μην αμφισβητείται η κυριαρχία της δεν μας τα ξεχρέωσε ποτέ. Αρα, έλειψαν από τους Ελληνες και περίσσεψαν στα παιδιά και τα εγγόνια των κτηνών της Γκεστάπο, των Ες Ες και της Βέρμαχτ.
Τρίτον: Το επιχείρημα «δεν είναι τώρα η ώρα να τα διεκδικήσουμε» είναι προδοτικό και αντάξιο των συνεργατών των δημίων των Ελλήνων.
Πάντα είναι η ώρα του δικαίου και, φυσικά, η ιδανικότερη στιγμή για να εξοφληθεί μια οφειλή είναι όταν ο οφειλέτης έχει χρήματα. Ακατάλληλη στιγμή είναι όταν δεν έχει.
Επίσης, οι εθνικώς ύποπτοι κήρυκες του ενδοτισμού (όπως ο αχαρακτήριστος Σταύρος Θεοδωράκης), που επιμένουν ακόμα και από το βήμα της Βουλής να λένε αυτές τις αθλιότητες, κάνουν ότι δεν γνωρίζουν πως σε μια διαπραγμάτευση υπάρχουν κι άλλες λέξεις εκτός από το «ναι».
Τέλος, οι εκούσιοι υπηρέτες του Δ’ Ράιχ δεν μοιράζονται τη «σοφία» τους με τους πολλούς, αποκαλύπτοντας ποιος είναι ο προσφορότερος χρόνος για τη διευθέτηση των οφειλών των Ούννων προς τους Ελληνες.
Φυσικά, αυτά που ήξεραν πρέπει να τα ξεχάσουν. Ο τροχός έχει γυρίσει για τα καλά και ο λαός μας δεν πρόκειται να συγχωρήσει όσους είναι επιλήσμονες του εθνικού συμφέροντος. Οι Γερμανοί θα πληρώσουν, παρά τις «απειλές» των ελληνόφωνων συνεργατών τους.