Οταν η Κύπρος εδέχθη τα πυρά των «εταίρων» της για τον τραπεζικό τομέα της, για τις υπεράκτιες εταιρίες που εδρεύουν στο έδαφός της και για τη δήθεν «στρεβλή» οικονομία της, η Γερμανία πρωτοστάτησε στη ρίψη του λίθου του αναθέματος. Οι άνθρωποι του Βερολίνου, πολιτικοί, οικονομολόγοι, δημοσιογράφοι και άλλοι τινές, έγραφαν και έλεγαν ότι η Κύπρος είναι «πλυντήριο μαύρου χρήματος» και ότι αποτελεί το καταφύγιο των αποθεματικών της «ρωσικής μαφίας». Δυστυχώς, στους «ανθρώπους του Βερολίνου» πρέπει να συμπεριληφθούν και αρκετοί ελληνόφωνοι που υπερθεμάτιζαν στις κακόπιστες κριτικές που δεχόταν η Κύπρος. Αλλοι από καθαρή άγνοια των δεδομένων και άλλοι επειδή έχουν συνδέσει την προσωπική σταδιοδρομία τους με την ξενοκρατία. Αυτά τα γεγονότα, που άπαντες είδαμε πού οδήγησαν, καλό είναι να συνδεθούν με την είδηση που δημοσίευσε η «δημοκρατία»: «Η Γερμανία συγκαταλέγεται ανάμεσα στους 10 μεγαλύτερους φορολογικούς παραδείσους, αποτελώντας και ένα από τα μεγαλύτερα κέντρα παραοικονομίας του κόσμου. Πρόκειται μάλιστα για ένα πρώτης τάξεως πλυντήριο ξεπλύματος βρόμικου χρήματος του οργανωμένου εγκλήματος!»
Αυτό δεν είναι ένα αυθαίρετο συμπέρασμα της εφημερίδας μας, αλλά το αποτέλεσμα έρευνας του Δικτύου Φορολογικής Δικαιοσύνης, το οποίο εδρεύει στο Λονδίνο και εξέδωσε σχετική ανακοίνωση.
Σύμφωνα με την προαναφερθείσα έρευνα, η Κύπρος, που τόσο πολύ συκοφαντήθηκε από τους Γερμανούς… ηθικολόγους, βρίσκεται στην 41η θέση στην παγκόσμια κατάταξη, ενώ η «ατμομηχανή» της Ευρώπης στην 8η και οι ΗΠΑ στην 6η!
Αξίζει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με την έρευνα του Δικτύου Φορολογικής Δικαιοσύνης, στη Γερμανία «ξεπλένονται ετησίως ποσά που υπολογίζονται ανάμεσα στα 29 και τα 57 δισ. ευρώ. Τα χρήματα αυτά προέρχονται κυρίως από το οργανωμένο έγκλημα, αλλά και από διεφθαρμένους πολιτικούς από χώρες της Αφρικής, της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής».
Δηλαδή, ούτε λίγο ούτε πολύ, οι παγκόσμιοι γκάνγκστερ έχουν πολύ ψηλά στη λίστα των προτιμήσεών τους τη Γερμανία και εξαιρετικά χαμηλά την Κύπρο.
Στην εν λόγω έκθεση του δικτύου αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι: «Οι γερμανικές τράπεζες φαίνεται να στηρίζουν τη φοροδιαφυγή και το ξέπλυμα βρόμικου χρήματος στο εξωτερικό και ένα από τα πιο εντυπωσιακά παραδείγματα είναι η διαχείριση μεγάλων (και μάλλον υπόπτου προελεύσεως) κεφαλαίων από το Τουρκμενιστάν. Εστίες προβληματισμού αποτελούν επίσης τα ελλιπή στοιχεία για τα καταπιστεύματα και τα φιλανθρωπικά ιδρύματα που εδρεύουν στη Γερμανία […] και η έλλειψη δημόσιων στατιστικών στοιχείων για τις υποθέσεις ξεπλύματος χρήματος».
Πέρα από τις αυτονόητες διαπιστώσεις, η έρευνα τούτη προσφέρεται και για πολιτική αξιοποίηση απ’ όλες τις χώρες που δέχονται υποδείξεις αναφορικά με το «ήθος» της οικονομίας τους. Αν υπάρχουν, βέβαια, αρκετά ικανά και υψηλά πολιτικά αναστήματα…