Δεν ήταν απαραίτητο το πρωτοσέλιδο στο περιοδικό Εκόνομιστ για να καταλάβει κάποιος ότι η ευρωπαϊκή ηγεσία είναι κατώτερη των περιστάσεων. Ωστόσο, η εικόνα των επικεφαλής των κυβερνήσεων των χωρών που απαρτίζουν την Ε.Ε. να υπνοβατούν στο χείλος ενός γκρεμού είναι εντυπωσιακή και -δυστυχώς- ακριβής. Το περιοδικό, στο ιδιαιτέρως επιθετικό και εν πολλοίς ακριβοδίκαιο άρθρο του, γράφει: «Για το καλό όλων, οι Ευρωπαίοι ηγέτες πρέπει να ταρακουνηθούν και να βγουν από τον λήθαργό τους. Πρέπει να αντιληφθούν ότι εάν δεν αναλάβουν δράση η ευρωζώνη αντιμετωπίζει τη στασιμότητα ή τη διάλυση – ενδεχομένως και τα δύο».
Στη συνέχεια, εκτός από τις ειρωνείες για τις πολύωρες συσκέψεις στις Συνόδους Κορυφής, που δεν καταλήγουν πουθενά, ο συντάκτης προτείνει μια λύση για την Ευρωπαϊκή Ενωση: «Θα έπρεπε να χαλαρώσει τη λιτότητα, μειώνοντας τον ρυθμό των περικοπών στις δαπάνες και αξιοποιώντας χρήματα από τον πυρήνα της ευρωζώνης για ενίσχυση της απασχόλησης των νέων και επενδύσεων στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις της περιφέρειας».
Μπορεί να φαντάζουν αυτονόητα τα προαναφερθέντα αλλά δεν είναι – τουλάχιστον για την παραδοσιακά ανυποχώρητη Γερμανία, η οποία παίζει το δικό της εθνικό παιχνίδι φορώντας την προβιά της «ατμομηχανής» της υπερεθνικής ένωσης των κρατών της γηραιάς ηπείρου. Η πολιτική του Βερολίνου είναι σταθερή, όπως σταθερά είναι και τα βήματα στον γκρεμό της κρίσης και της διάλυσης του κοινωνικού ιστού διάφορων μελών της Ενωσης.
Οπότε το βασικό πρόβλημα της Ε.Ε. και της ευρωζώνης δεν είναι τόσο τεχνικό αλλά πολιτικό. Πρέπει να σχηματιστεί ένας ευρύς συνασπισμός χωρών, έστω άτυπος, ο οποίος θα πιέσει ή θα υποχρεώσει τη Γερμανία να χαλαρώσει τα δεσμά της περιοριστικής πολιτικής που έχει επιβάλει σε ολόκληρο τον ευρωπαϊκό Νότο.
Αυτό, ωστόσο, για να γίνει προϋποθέτει αποφασιστικότητα, καθαρή σκέψη, συγκεκριμένο όραμα για το μέλλον της Ευρώπης και διακηρυγμένη πρόθεση για σύγκρουση με τις γερμανικές έμμονες πολιτικές. Αυτά, για την ώρα, δεν διακρίνονται στον ορίζοντα.
Μακάρι να τα δούμε σύντομα.