Την εποχή της πολιτικής και οικονομικής αβεβαιότητας και κοινωνικής αναταραχής, οι μοναδικές επιταγές που μπορεί να εμπιστευτεί κάποιος είναι οι λαϊκές. Είναι απόλυτα εγγυημένες.
Οπου βάζει ο λαός κάθε χώρας τη σφραγίδα του, η «παραγγελία» εκτελείται – θέλοντας και μη. Από την άλλη, όταν υπάρχουν δοσοληψίες και συμφωνίες ερήμην της κοινωνίας, η πάγια κατάληξη είναι η ακύρωση κάθε συναλλαγής, ακόμα κι αν τα αντισυμβαλλόμενα μέρη έχουν τις καλύτερες των προθέσεων. Πάντοτε, στα ζητήματα που αφορούν την πορεία εθνών, «τριτεγγυητής» στα συμφωνηθέντα μπαίνει η Ιστορία. Δίχως τη δική της συναίνεση τίποτα δεν μπορεί να σταθεί.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα από την πρόσφατη ευρωπαϊκή εμπειρία είναι η «πολιτική του κατευνασμού» του Αγγλου πρωθυπουργού Αρθουρ Νέβιλ Τσάμπερλεν και η «Συμφωνία του Μονάχου» που συνυπέγραψε με τον Χίτλερ.
Ο ατυχής Βρετανός, που διηύθυνε τις μοίρες των ακόμα πιο άτυχων συμπολιτών του (μέχρι να έρθει ο Τσόρτσιλ), είχε την πεποίθηση (!) ότι με μια υπογραφή του εκλεγμένου Γερμανού γενοκτόνου θα εξασφάλιζε ειρήνη για την Ευρώπη. Τα σημεία των καιρών ήταν έντονα, κραυγαλέα. Ομως υπήρχαν άνθρωποι σε καίριες θέσεις, που επέλεγαν να τα αγνοούν. Το χαρτί της συμφωνίας του Μονάχου υπάρχει ακόμα. Οσα έγραφε ήταν άκυρα και ανέφικτα πριν καν προλάβει το μελάνι των υπογραφών να στεγνώσει.
Οι εποχές αλλάζουν. Το ίδιο και οι συνθήκες εκδήλωσης των πολιτικών επιλογών. Αυτό που δεν αλλάζει είναι η γεωγραφία και η μαζοψυχή κάθε εθνικού συνόλου, που δίνει τον τόνο και τον ρυθμό στην πολιτική. Επίσης μένει απαράλλαχτη η καταδίκη σε ακυρότητα κάθε συμφωνίας, συνθήκης και πρωτοκόλλου που συνάπτεται υπό το καθεστώς απειλής και δεν ανταποκρίνεται στο λαϊκό αίσθημα και στις ανάγκες των κοινωνιών.