Στην αρχαία Ελλάδα δεν υπήρχε ούτε η έννοια της πολιτικής ορθότητας ούτε το άγχος μη φανεί κάποιος αδιάκριτοςKανείς δεν γνωρίζει τι συμβαίνει μέσα σε τέσσερις τοίχους πίσω από κλειστές πόρτες»
Λαϊκό απόφθεγμα
Υπάρχουν τρία επίπεδα στον βίο του ανθρώπου. Η δημόσια εικόνα, η ιδιωτική ζωή και ο μυστικός βίος. Το τρίτο σκέλος της εξίσωσης δεν πρόκειται να αποκαλυφθεί ποτέ. Είναι αριθμός αφανής και άρρητος. Μυστικός βίος είναι οι φοβίες που ποτίζουν με τον ιδρώτα της αγωνίας τα όνειρά μας και δεν έχουν καμία σχέση με τους ρηχούς φόβους της εγρήγορσης. Στον μυστικό βίο συζητάμε εντός για τον Θεό και το νόημα της παρουσίας μας εδώ (όπου κι αν βρίσκεται τούτο το «εδώ») και αναρωτιόμαστε αν ακούει κανείς όσα φωνάζουμε βουβά, άναυδα.
Ο μυστικός βίος είναι οι ανομολόγητοι πόθοι, οι ενορμήσεις, οι φαντασιώσεις, τα βήματα με τα οποία το επιθυμητικό τμήμα της ψυχής χορεύει ταγκό με την ιδέα του θανάτου. Στον βίο αυτόν περιλαμβάνονται όλα όσα μας αφορούν στ’ αλήθεια και εκδηλώνονται κάποτε με δικές μας αντιδράσεις που αιφνιδιάζουν τους πάντες. Ακόμα κι εμάς, που δεν ευλογηθήκαμε ακόμα να γνωρίσουμε τον αληθινό εαυτό μας. Ο μυστικός βίος των ανθρώπων είναι προσβάσιμος ως μια πλήρης, συνεκτική και δομημένη αφήγηση σε μικρή μερίδα του πληθυσμού της Γης. Οι περισσότεροι αισθάνονται τα αποτελέσματα της εξέλιξής του. Δεν παρακολουθούν τα επεισόδια του… έργου.
Κατά τα λοιπά, είμαστε διαφανείς. Ο δημόσιος βίος μας ούτως ή άλλως είναι διαθέσιμος, ορθάνοιχτος σε όλους. Οποια εικόνα διαλέξουμε να προβάλλουμε, αυτή βλέπουν και οι άλλοι – αν δεν εμβαθύνουν. Το απόφθεγμα στην αρχή του κειμένου έχει να κάνει με την ιδιωτική ζωή των ανθρώπων και είναι απόλυτα εσφαλμένο. Ολοι όσοι έχουν ώτα για να ακούν και οφθαλμούς για να βλέπουν γνωρίζουν τους περισσότερους από τους τίτλους των κεφαλαίων των οικογενειακών ή ατομικών ιστοριών μας. Και εδώ που τα λέμε είναι σωστό να γνωρίζουν. Είναι επιβεβλημένο να παραβιάζουν τα όρια της περίφραξης της ιδιωτικότητάς μας όταν εμείς πρώτοι παραβιάζουμε τα σύνορα του νόμου – γραπτού και άγραφου. Το σπάσιμο του φράχτη που χωρίζει τη μια οικία από την άλλη πρέπει να γίνεται όταν κινδυνεύουν ανθρώπινες ζωές, τα δικαιώματα των προσώπων και η ασφάλεια της πόλεως.
Στην αρχαία Ελλάδα δεν υπήρχε ούτε η έννοια της πολιτικής ορθότητας ούτε το άγχος μη φανεί κάποιος αδιάκριτος. Στο έξοχο έργο του Πλουτάρχου «Περί του Σωκράτους Δαιμονίου» (587Ε-588Α, εισαγωγή, σχόλια, μετάφραση Σταύρος Γκιργκένης, Θεσσαλονίκη: 2006, εκδόσεις Ζήτρος) αναφέρεται η περίπτωση του Χλίδωνα. Ο Χλίδων ήταν δεινός αναβάτης. Είχε νικήσει σε ιππικό αγώνα στα Ηράκλεια και είχε επιλεγεί από τους δημοκρατικούς της Θήβας να μεταφέρει άμεσα ένα μήνυμα στους εξόριστους της πόλης, που έρχονταν για να διώξουν τους Λακεδαιμονίους και να ανατρέψουν τους λακωνίζοντες, που είχαν καταλάβει την εξουσία.
Ο Χλίδων δεν κατάφερε να αρχίσει καν την εκτέλεση της αποστολής του και αφηγήθηκε στον Ιπποσθενείδα, που του είχε δώσει την εντολή, την ακόλουθη κωμικοτραγική δικαιολογία: «Μόλις με διέταξες να βάλω όλη μου την ταχύτητα και να πάω να συναντήσω τους άντρες πάνω στο βουνό, πήγα στο σπίτι μου για να πάρω το άλογο. Η γυναίκα μου, όμως, όταν της ζήτησα το χαλινάρι, δεν το είχε πρόχειρο για να μου το δώσει, αλλά καθυστερούσε για πολλή ώρα στην αποθήκη σαν τάχα να το έψαχνε και να εξερευνούσε τα σκεύη που υπήρχαν εκεί μέσα. Αφού με κορόιδεψε για αρκετή ώρα, ομολόγησε στο τέλος ότι είχε δανείσει το χαλινάρι στον γείτονα, όταν της το ζήτησε η γυναίκα του το βράδυ. Καθώς αγανάκτησα και της έλεγα άσχημα λόγια, το γύρισε κι αυτή σε αποτρόπαιες κακολογίες, δίνοντάς μου κατάρες για κακό πηγαιμό και κακό γυρισμό.
Μακάρι, μα τον Δία, όλες αυτές τις κατάρες να τις στρέψουν πάνω σε αυτήν την ίδια οι θεοί! Στο τέλος έφτασα μέχρι και να τη δείρω από την οργή μου. Αφού συγκεντρώθηκε ένας όχλος από γείτονες και γυναίκες, και αφού έκανα και έπαθα πράγματα αισχρότατα, με δυσκολία έφτασα σε σας, για να στείλετε άλλον προς τους φυγάδες, μια και εγώ είμαι προς το παρόν από κάθε άποψη εκτός εαυτού και σε κακή κατάσταση».
Στην αρχαία Ελλάδα, που δεν είχαν εφευρεθεί τόσο πολλά ανθρώπινα «δικαιώματα» όπως στην εποχή της ηθικά και πνευματικά χρεοκοπημένης μετανεωτερικότητας, ο «όχλος» ασχολήθηκε με τον ιδιωτικό βίο ενός πρωταθλητή που χτύπησε τη γυναίκα του. Τώρα, τάχα δεν γνωρίζουμε τι συμβαίνει πίσω από τις κλειστές πόρτες.
Παναγιώτης Λιάκος