Από το 1985 που εργάζεται για την Παγκόσμια Τράπεζα κάθε δύο μήνες ετοιμάζει βαλίτσες για χώρες της Ασίας, της Αφρικής και της Λατινικής Αμερικής. Πριν από κάθε αποστολή «φρεσκάρει» όσες από τις 19 ξένες γλώσσες που γνωρίζει θα της χρειαστούν, μελετάει έρευνες και στατιστικά στοιχεία, καταγράφει τις ανάγκες μαθητών και εκπαιδευτών και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε περιοχής. Η Ελένη Αμπατζή συμμετέχει εδώ και 26 χρόνια στον αγώνα για την εξάλειψη του αναλφαβητισμού στις αναπτυσσόμενες χώρες, με όπλα τις γνώσεις, την εμπειρία και την όρεξή της για δουλειά.
Κόρη βιοτέχνη από τη Θεσσαλονίκη, τελείωσε το Αμερικανικό Κολλέγιο και το 1969 πέρασε στο τμήμα Οικονομικών Επιστημών του ΑΠΘ. Ωστόσο είχε άλλα όνειρα για τη ζωή της. «Ηθελα να ξεφύγω από την καταπίεση που βίωναν οι γυναίκες στην Ελλάδα εκείνη την εποχή. Δεν μου άρεσε το κλίμα, η συμπεριφορά απέναντι στο γυναικείο φύλο». Επηρεασμένη από όσα είχε ακούσει για το επίπεδο σπουδών και τη ζωή στις ΗΠΑ, άρχισε να ψάχνει πανεπιστήμια της Νότιας Αμερικής για να σπουδάσει ψυχολογία.
«Τότε ο πατέρας μου μπορούσε να μου δίνει μόνο 1.000 δολάρια τον χρόνο. Βαθμούς για υποτροφία δεν είχα, ήμουν μαθήτρια του 15-16. Ανοιξα λοιπόν ένα βιβλίο με 707 καλά αλλά φθηνά πανεπιστήμια και κατέληξα σε ένα στην Τζόρτζια, όπου με δέχτηκαν με χαμηλά δίδακτρα». Στα 19 της μπήκε μόνη στο αεροπλάνο για τη Νέα Υόρκη και πήρε το λεωφορείο για την «Πολιτεία των Ροδακίνων», όπως είναι γνωστή η Τζόρτζια. Οι πρώτες εντυπώσεις της από τη ζωή στην αμερικανική ήπειρο δεν ήταν καλές. «Περίμενα ότι θα κατέβω από το αεροπλάνο, θα θαμπωθώ από το Αγαλμα της Ελευθερίας και θα βρω ένα πανεπιστήμιο με πολύ υψηλό επίπεδο σπουδών».
Σε μικρό χρονικό διάστημα μετακόμισε στην Ατλάντα, απαλλάχθηκε από τα δίδακτρα με τη βοήθεια της ελληνορθόδοξης εκκλησίας και το 1975 συνέχισε τις σπουδές της στην Αλαμπάμα. Εκανε μεταπτυχιακό στην ψυχολογία, πήρε πτυχίο δασκάλας και δίδαξε βιολογία σε σχολείο της Βενεζουέλας και πειραματική ψυχολογία στο πανεπιστήμιο του Καράκας. Συνεργάστηκε για λίγο με το υπουργείο Παιδείας του Πόρτο Ρίκο και ακολούθησε το διδακτορικό στο Τέξας. «Εκεί γνώρισα και τον σύζυγό μου. Είχε την… ατυχία να καθίσουμε στο ίδιο τραπέζι σε ένα ελληνικό πανηγύρι» λέει με χιούμορ.
Κατά τη διάρκεια της «περιπλάνησής» της στις πολιτείες των ΗΠΑ «ανακάλυψε» και το ταλέντο της στην εκμάθηση ξένων γλωσσών. «Μιλάω αραβικά, εβραϊκά, αλβανικά, τέσσερις ινδικές γλώσσες, γιαπωνέζικα, ακόμα και σουαχίλι. Πριν από κάθε ταξίδι ανεβαίνω στο ποδήλατό μου, βάζω το walkman στα αυτιά και ακούω ηχογραφημένα κείμενα που με βοηθούν να θυμηθώ τη γλώσσα που θα χρησιμοποιήσω στις 2-3 εβδομάδες της αποστολής». Τον Αύγουστο του 1984 που έκανε αίτηση για να προσληφθεί στην Παγκόσμια Τράπεζα ήξερε ήδη 9 γλώσσες. «Βρέθηκα στο γραφείο ενός Ελληνα με αυστηρό ύφος, με προτροπή μιας φίλης μου που αποφάσισε να ζήσει στην Ουάσινγκτον και… ήθελε παρέα! Το βιογραφικό μου δεν ήταν πλούσιο, αλλά ο αυστηρός κύριος εντυπωσιάστηκε επειδή ήξερα ισπανικά».
Κάπως έτσι ανέλαβε την ευθύνη των αποστολών στη Λατινική Αμερική. Υστερα από ένα πέρασμα από το ελληνικό υπουργείο Παιδείας και το πανεπιστήμιο της Ονδούρας όπου δίδαξε για λίγο καιρό, συνέχισε να «τρέχει» προγράμματα για τις αναπτυσσόμενες χώρες, με αντικείμενο τον κλάδο της Παιδείας. «Επισκεπτόμαστε τις χώρες, καταγράφουμε τις ανάγκες, δίνουμε κίνητρα στους εκπαιδευτικούς και φροντίζουμε για την επιμόρφωσή τους. Το πιο δύσκολο σημείο της προσπάθειας είναι να πείσουμε τους υπευθύνους να χρησιμοποιήσουν σωστά τα χρήματα που παίρνουν».
Μετά την ολοκλήρωση κάθε προγράμματος το κλιμάκιο της Παγκόσμιας Τράπεζας επιστρέφει στις ίδιες περιοχές για να διαπιστώσει αν σημειώθηκε πρόοδος. «Δυστυχώς, στις περισσότερες περιπτώσεις τα βιβλία έχουν κλαπεί, οι δάσκαλοι δεν πηγαίνουν στο σχολείο, οι μαθητές δεν μπορούν να παρακολουθήσουν. Δεν αρκούν τα βιβλία με τα χρώματα και τις εικόνες για να μορφωθεί ένα παιδί. Υπάρχουν κανόνες που πρέπει να ακολουθούνται. Κάτι που συμβαίνει σπάνια στις χώρες που επισκεπτόμαστε».
Θα αφιερωθώ στην ψυχολογία του Ελληνα ηλικιωμένου
Στο τέλος της ερχόμενης διετίας σχεδιάζει να εγκατασταθεί μόνιμα στην Ελλάδα για να ασχοληθεί με προβλήματα όπως το κάπνισμα, η παχυσαρκία και η ψυχολογία των ηλικιωμένων. «Είναι καιρός να καταλάβουμε τις επιπτώσεις του τσιγάρου και του πάχους στην υγεία μας. Και να κρατήσουμε τον πληθυσμό της χώρας μας, που γερνάει σε καλή κατάσταση. Οι μεγάλοι άνθρωποι πρέπει να μπορούν να πάρουν αποφάσεις, να σχεδιάσουν, να ακολουθήσουν ένα πρόγραμμα άσκησης. Υπάρχουν απαντήσεις σε όλα αυτά, ξέρουμε τους κανόνες, πρέπει να πείσουμε τους ιθύνοντες να τους τηρήσουν». Τα ταξίδια της πάντως δεν πρόκειται να τα σταματήσει. «Είναι τρόπος ζωής για μένα. Εχω πάει στη Βολιβία, στο Ελ Σαλβαδόρ εν μέσω εμφυλίου, στη Βραζιλία, στο Μπάνγκλα Ντες, στον Νίγηρα, την Μπουρκίνα Φάσο. Πάντα θα είμαι έτοιμη να πάρω τη βαλίτσα μου και να βοηθήσω όπου μπορώ».
Γεράσιμος Κόντος