Τα στελέχη έγιναν αφεντικά! Ο συναγωνισμός δεν σταματά μόνο στην αύξηση του κύκλου εργασιών (δάνειο θέλεις; Πάρε!) αλλά επεκτείνεται και στην προσωπική τους ζωή. Επαύλεις στα βόρεια προάστια, πολυτελή σκάφη, ιδιωτικά αεροπλάνα.
Από το 2003 μέχρι και το 2008, η ζωή κυλά ήρεμα στον ελληνικό τραπεζικό κλάδο. Η απελευθέρωση της αγοράς και η δυνατότητα εισαγωγής σύγχρονων προϊόντων, κυρίως λιανικής τραπεζικής, επιτρέπει τη ραγδαία αύξηση εργασιών. Ο ελληνικός τραπεζικός κλάδος παρουσιάζει αύξηση όγκων που ακόμα και παγκόσμιες ή πανευρωπαϊκές τράπεζες ζηλεύουν (κατ’ αναλογία φυσικά). Οι τραπεζίτες ασχολούνται μόνο με την αύξηση των εργασιών σε δάνεια και χρηματικά μεγέθη. Κανείς δεν ασχολείται με την πιστωτική πολιτική και με την ανάλυση του αναλαμβανόμενου ρίσκου.
Τα τραπεζικά υποκαταστήματα κινούνται σε ρυθμούς άγρας πελατείας για ένα σύνολο προϊόντων, τα οποία πληθαινουν κάθε εβδομάδα με σκοπό να γεμίζουν το καλάθι του πελάτη. Του κάθε πελάτη. Θέλεις μια κάρτα; Γιατί δεν παίρνεις δύο στην τιμή της μίας; Στεγαστικό δάνειο θέλεις; Κανένα πρόβλημα. Σου δίνουμε 100% της αξίας αγοράς και άλλο 15% επισκευαστικό. Μα είναι καινούργιο το διαμέρισμα. Δεν πειράζει, πάρε το για να το εξοπλίσεις. Μα πόσο θα βγαίνει τον μήνα; Μην ανησυχείς. Θα βγάλουμε το δάνειο έτσι ώστε να πληρώνεις μόνο τον τόκο. Και το κεφαλαίο; Βλέπουμε. Θα σου κάνουμε και καλή τιμή.
Οι δουλειές πηγαίνουν καλά και αυτό ειναι ολοφάνερο. Τα μεγάλα σπίτια στην Αθήνα και τα βόρεια προάστια, οι ακριβές διακοπές και τα πολυτελή σκάφη των Ελλήνων τραπεζιτών δίνουν την εντύπωση ότι ο συναγωνισμός δεν σταματά στην αγορά, αλλά συνεχίζεται και στην προσωπική τους ζωή.
Τα στελέχη γίνονται αφεντικά. Χάνεται κάθε έννοια του μέτρου. Πλαισιωμένοι από πρωτοπαλίκαρα που τρέχουν την καθημερινότητα, πετούν με ιδιωτικά ναυλωμένα αεροσκάφη για να αναπτύξουν καινούργιες δουλειές στη «Νέα Ευρώπη». Αλλωστε το «ελληνικό μοντέλο» είναι τόσο επιτυχημένο, που πρέπει να διευρυνθεί σε όλο και μεγαλύτερες αγορές.
Δεν σταματούν μόνο σε αυτό όμως. Είναι πάμπολλες οι περιπτώσεις που ο όγκος συναλλαγών αυτών των ανθρώπων στο Χρηματιστήριο δίνει την εικόνα θεσμικού επενδυτή. Δεκάδες εκατομμυρίων επενδύονται και ρευστοποιούνται όχι μόνο στα παγκόσμια χρηματιστήρια αλλά και στην ιδία τη μετοχή της τράπεζας στη οποία είναι στελέχη.
Η εικόνα όμως ήταν μαγική! Το μοντέλο ανάπτυξης ήταν κατά βάση σαθρό γιατί δεν ελάμβανε επαρκώς υπ’ όψιν τον πιστωτικό κίνδυνο. Επίσης, η χρηματοδότηση αυτών των πιστώσεων γινόταν κατά βάση με δανεισμό των τραπεζών από τη διατραπεζική αγορά. Το μοντέλο δεν προέβλεπε άντληση καταθετικών κεφαλαίων γιατί η κερδοφορία τους ήταν κατά πολύ μικρότερη των χορηγήσεων. Γιατί ο ένας ακολουθούσε τον άλλο στην κατάκτηση μεγαλύτερου μεριδίου αγοράς στο ελληνικό τραπεζικό Φαρ Ουέστ.
Η παγκόσμια κρίση ήλθε και η φούσκα της Lehman έσκασε με πάταγο σαν ένα μπαλόνι γεμάτο νερό. Βράχηκαν όλοι. Εκλεισαν οι κρουνοί των χορηγήσεων προς τις ελληνικές τράπεζες από το εξωτερικό. Εκεί λοιπόν που οι ρυθμοί ανάπτυξης εργασιών είχαν τον πρώτο λόγο, η λέξη «ποιότητα» άρχισε να κάνει την εμφάνισή της στις εσωτερικές συνεδριάσεις. Ποιότητα σε όλο της το φάσμα: πελάτης, χαρτοφυλάκιο, επένδυση. Νέες ορολογίες πήραν τα πάνω τους, όπως μη εξυπηρετούμενα δάνεια και ρυθμός αύξησής τους.
Οι αναλυτές ρίσκου είχαν την τιμητική τους στις εσωτερικές συσκέψεις για να ενημερώσουν τους υψηλόβαθμους αλλά και να τους επιρριφθεί ευθύνη γιατί ενέκριναν χορηγήσεις κατόπιν κανόνων που οι ίδιοι οι ανώτεροι τους είχαν υποδείξει!
Ξαφνικά η «ανάπτυξη» σταμάτησε να ηχεί σαν όρος και το μάζεμα οφειλών και πιστώσεων ήταν στο κέντρο της ατζέντας. Από την απόλυτη ρευστότητα που άγγιζε τα όρια της υπερβολής, στο κλείσιμο της στρόφιγγας και τις αλλεπάλληλες κλήσεις στους πελάτες να πληρώσουν, έστω και κάτι, για να κρατήσουν το δάνειο ενεργό, για να μην ξεκινήσει η νομική διαδικασία και οι διαταγές πληρωμής, για να μη φτάσουν σε πλειστηριασμούς, αλλά και για να μη γράψει η τράπεζα απώλειες.
Η χώρα βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Οι καιροί έχουν αλλάξει και ελπίζουμε να αλλάξουν και οι άνθρωποι που έχασαν το μέτρο και μας οδήγησαν σε μια οικονομία που είχε πρότυπο την κατανάλωση, αντί για την παραγωγική επένδυση και τον εκσυγχρονισμό.